- ελλειψογράφος
- οόργανο με το οποίο χαράζονται ελλείψεις, ο ελλειπτικός διαβήτης.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ελλειψογράφος — ο όργανο για τη χάραξη σχημάτων έλλειψης, ο ελλειπτικός διαβήτης … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κατασκευή — (Μαθημ.). Όρος που αναφέρεται κυρίως στον κλάδο της γεωμετρίας (κ. ενός σχήματος από ορισμένα γνωστά στοιχεία του) αλλά και σε άλλους κλάδους (κ. μιας λύσης μιας διαφορικής εξίσωσης). Προκειμένου για την επίλυση ενός μαθηματικού προβλήματος… … Dictionary of Greek